Με τον χειμώνα να δείχνει τα πρώτα του «δόντια» ήδη από τις αρχές Οκτωβρίου, οι καταναλωτές σπεύδουν να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα αποθέματα καυσόξυλων για τη θέρμανση των νοικοκυριών τους.
Οι πρώτες βροχές και η πτώση της θερμοκρασίας, ιδιαίτερα στις ορεινές και ημιορεινές περιοχές, έχουν ενεργοποιήσει νωρίτερα από το συνηθισμένο τη φετινή αγορά. Σύμφωνα με τον έμπορο καυσόξυλων Κυριάκο Νεστορίδη, που δραστηριοποιείται στην Κομοτηνή και μίλησε στο ΕΡΤnews και την εκπομπή «Newsroom», η φετινή σεζόν χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα αυξημένη ζήτηση σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Πολλοί πολίτες φρόντισαν να προμηθευτούν εγκαίρως ξύλα, γεγονός που έχει οδηγήσει σε πρόωρη εξάντληση των αποθεμάτων σε αρκετά σημεία διάθεσης.
Μειωμένες εισαγωγές και πίεση στην εγχώρια παραγωγή
Όπως εξηγεί ο κ. Νεστορίδης, η επαρκής τροφοδοσία της αγοράς αποτελεί φέτος ζητούμενο, καθώς οι εισαγωγές από τη Βουλγαρία –που παραδοσιακά καλύπτουν σημαντικό μέρος των αναγκών– είναι αισθητά περιορισμένες.
«Η ζήτηση αυτή τη στιγμή καλύπτεται κυρίως από τα ελληνικά δάση, τα οποία ωστόσο δεν επαρκούν για την ευρύτερη περιοχή», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Οι τιμές των καυσόξυλων κυμαίνονται σήμερα από 70 έως 85 ευρώ το κυβικό μέτρο, ανάλογα με το είδος του ξύλου και το σημείο προμήθειας. Για μια μέση οικογένεια στην Κομοτηνή ή σε γειτονικούς οικισμούς, η ετήσια κατανάλωση υπερβαίνει συνήθως τα 10 κυβικά μέτρα, κάτι που μεταφράζεται σε συνολικό κόστος από 800 έως 1.000 ευρώ τον χρόνο, αναλόγως της διάρκειας και της έντασης του χειμώνα.
Ξεκίνησαν οι προμήθειες σε καυσόξυλα – Πώς διαμορφώνονται οι τιμές και τι δείχνει η ζήτηση μέχρι τώρα
Οι καταναλωτές στρέφονται σε μικρότερες ποσότητες
Όπως επισημαίνει το ρεπορτάζ, τα νοικοκυριά αποφεύγουν πλέον τις μαζικές αγορές που συνήθιζαν τα προηγούμενα χρόνια. Η οικονομική πίεση ωθεί πολλούς καταναλωτές να προμηθεύονται μικρές ποσότητες – συνήθως 2 έως 3 τόνους – ανά τακτά χρονικά διαστήματα, προκειμένου να διαχειρίζονται πιο ευέλικτα τα έξοδά τους.
Παρά τις δυσκολίες, η θέρμανση με ξύλα εξακολουθεί να αποτελεί για πολλές περιοχές της βόρειας Ελλάδας τη βασική και συχνά οικονομικότερη επιλογή, ειδικά για τα νοικοκυριά που δεν διαθέτουν εναλλακτικές μορφές ενέργειας.