Η διευθέτηση αποτελεί μέρος μιας συμφωνίας-πακέτο που έχει ως στόχο να «κλείσει εκκρεμότητες 100 χρόνων», όπως είπε ο Νίκος Κοτζιάς, και αναμένεται, εκτός απροόπτου, να ανακοινωθεί τον Ιούλιο.
Περιλαμβάνει την άρση του εμπολέμου, την κατάργηση της προξενικής διατίμησης των εγγράφων του Ελληνικού Δημοσίου, την αναγνώριση των αλβανικών διπλωμάτων οδήγησης, το ζήτημα της μεσεγγύησης περιουσιών, τη διασφάλιση των δικαιωμάτων της ελληνικής εθνικής μειονότητας, την οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών (ΑΟΖ), την απάλειψη των αλυτρωτικών αναφορών από τα αλβανικά σχολικά βιβλία, τον εντοπισμό και την εκταφή – αναταφή των οστών Ελλήνων πεσόντων στον Πόλεμο του 1940 και άλλα. Θα συνοδεύεται μάλιστα και από ένα νέο σύμφωνο φιλίας και συνεργασίας.
Αυτό θα σφραγιστεί με τη συνάντηση του Ελληνα πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με τον Αλβανό ομόλογό του Εντι Ράμα. Είχαν συναντηθεί και τον περασμένο Φεβρουάριο, όταν συμφώνησαν να προχωρήσουν άμεσα σε όλα τα παραπάνω.
Οι υπουργοί Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς και Ντιτμίρ Μπουσάτι φαίνεται να έχουν ήδη διανύσει μεγάλη απόσταση, με αρκετές κλειστές συναντήσεις που είχαν στην Κρήτη (Νοέμβριος 2017), στην Κορυτσά (Ιανουάριος 2018), στα Τίρανα (Μάρτιος 2018), αλλά και πιο πρόσφατα στο Σούνιο (Μάιος 2018) και στη Ρόδο (μόλις την περασμένη Παρασκευή).
Οι πληροφορίες που έχουν διαρρεύσει προκαλούν κάποιες ανησυχίες, αλλά μόνο όταν οι διαπραγματεύσεις καταλήξουν και δοθεί στη δημοσιότητα το κείμενο θα μπορούν να γίνει κατηγορηματικές κρίσεις.
Ως γνωστόν, ο Ελληνας υπουργός Εξωτερικών αρέσκεται στη μυστική διπλωματία δημιουργώντας τετελεσμένα, όπως ακριβώς συνέβη και με τη συμφωνία για τη «Βόρεια Μακεδονία».
Εχουν μάλιστα διατυπωθεί και υπόνοιες ότι ίσως έχει ήδη υπογραφεί κάποιο προσύμφωνο μεταξύ των δύο υπουργών. «Βάλαμε όλα αυτά τα προβλήματα σε ένα πακέτο.
Μερικά θέματα πιο μικρά τα λύσαμε, ειδικά αυτά που ανακουφίζουν τους εργαζόμενους ή τους μετανάστες από την πλευρά της Αλβανίας. Τώρα έχουμε τα μεγάλα θέματα», έχει πει ο Νίκος Κοτζιάς.
Λέγεται άλλωστε ότι η Συμφωνία των Πρεσπών και ο τρόπος που δομήθηκε αποτελεί τον οδικό χάρτη που -κατά πάσα πιθανότητα- χρησιμοποιεί η ελληνική κυβέρνηση και ως πιλότο για τη συμφωνία με την Αλβανία.
Οπως και στο Σκοπιανό, η πίεση που ασκεί ο Νίκος Κοτζιάς να κλείσει και το Αλβανικό σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα δημιουργεί την αίσθηση ότι αυτό συνδέεται άμεσα με τους ευρύτερους πολιτικούς σχεδιασμούς.
Πληροφορίες από διπλωματικές πηγές στα Τίρανα αναφέρουν ότι ακόμα και η ηγεσία του αλβανικού υπουργείου Εξωτερικών αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό τη βιασύνη της Αθήνας.
Επιπλέον, ιδιαίτερα ανησυχητικό εκ πρώτης όψεως είναι το γεγονός πως αυτονόητα θέματα, όπως η χορήγηση της αλβανικής υπηκοότητας στον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο και η περισυλλογή των οστών των πεσόντων των Ελλήνων στον Πόλεμο του 1940, μπαίνουν στη διαπραγμάτευση από την αλβανική πλευρά για να εξασφαλίσει ανταλλάγματα σε καίρια ζητήματα.
Εγκαταλείπεται η Βόρειος Ηπειρος
Ενα από τα κομβικά και δύσκολα ζητήματα της διαπραγμάτευσης είναι η απονομιμοποίηση του αλυτρωτισμού. Για τον σκοπό αυτό, οι δύο χώρες φαίνεται να έχουν συμφωνήσει στην «αποφυγή αναφορών και γεωγραφικών προσδιορισμών οι οποίοι μπορούν δυνητικά να διεγείρουν τα πάθη μεταξύ των δύο λαών».
Συγκεκριμένα, η ελληνική πλευρά φέρεται ότι έχει ήδη συμφωνήσει στην κατάργηση της αναφοράς στον όρο «Βόρειος Ηπειρος», αποδεχομένη τον αλβανικό ισχυρισμό ότι υποκρύπτει αλυτρωτισμό και συνεπώς πρέπει να καταργηθεί. Από την πλευρά της, η Αλβανία θα αποποιηθεί την «Τσιμερία», τη λεγόμενη Τσαμουριά!
Είναι γνωστό ότι η Ελλάδα δεν είχε ειδικά παραιτηθεί από τις παλαιότερες καταγεγραμμένες διεκδικήσεις της στη Βόρειο Ηπειρο, αλλά οι διεκδικήσεις της εκείνες είχαν ουσιαστικά ταφεί με την υιοθέτηση μετέπειτα διεθνών συμφωνιών για την αποδοχή των συνόρων.
Τώρα, θα αποποιηθεί και συμβατικά το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας του 1914 που παραχωρούσε αυτονομία στη Βόρειο Ηπειρο και το οποίο τα Τίρανα δεν είχαν εφαρμόσει.
Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, στο υπό διαπραγμάτευση σύμφωνο η Βόρειος Ηπειρος μπαίνει στο ίδιο ζύγι με τις ανιστόρητες και απολύτως αυθαίρετες αλβανικές διεκδικήσεις στη Θεσπρωτία.
Η διαφορά μεταξύ των δύο περιπτώσεων είναι εξόφθαλμη και ποιοτικού χαρακτήρα. Μπορεί και στις δύο περιπτώσεις να μην υφίσταται επίσημη εδαφική διεκδίκηση, αλλά στο συμβολικό επίπεδο η διαφορά είναι ειδοποιός.
Στην Αλβανία υπάρχει αναγνωρισμένη ελληνική εθνική Μειονότητα, η οποία είναι η μεγαλύτερη της γειτονικής χώρας.
Μπορεί οι περισσότεροι Βορειοηπειρώτες να έχουν μεταναστεύσει στην Ελλάδα, αλλά παραμένουν Αλβανοί πολίτες και διατηρούν την επαφή με τις πατρογονικές εστίες τους.
Περιττό να τονιστεί ότι η ελληνική μειονότητα έχει υποστεί ανελέητους διωγμούς. Ακόμα και σήμερα της αρπάζουν με διάφορες μεθοδεύσεις τις περιουσίες. Στο πλαίσιο της εξάλειψης των εκατέρωθεν «αλυτρωτικών αναφορών» και διεκδικήσεων, η συμφωνία θα προβλέπει τη δημιουργία μεικτών επιστημονικών επιτροπών για την ανασύνταξη των εκπαιδευτικών βιβλίων κ.λπ.
Αξίζει να υπενθυμίσουμε πως εδώ και δύο δεκαετίες η Αλβανία έχει αναλάβει τη δέσμευση αφαίρεσης όλων των ανθελληνικών αναφορών από τα σχολικά βιβλία.
Εχουν εντοπιστεί εκτενείς αναφορές για «αλβανικά εδάφη» που φτάνουν μέχρι την Πρέβεζα και την Καστοριά, για «γενοκτονία των Τσάμηδων» και άλλα παρόμοια. Τους τελευταίους μήνες έχουν συνεδριάσει τουλάχιστον δύο φορές οι μεικτές επιτροπές, αλλά δεν έχει σημειωθεί καμία πρόοδος.
Οι μουσουλμάνοι Τσάμηδες
Υπενθυμίζουμε ότι Τσάμηδες ονομάζονται οι κατά κανόνα αλβανικής καταγωγής μουσουλμάνοι που κατοικούσαν μέχρι το 1945 στη Θεσπρωτία.
Λόγω της συνεργασίας τους με τις δυνάμεις κατοχής και των εγκλημάτων που διέπραξαν εναντίον του ελληνικού πληθυσμού, οι μερικές χιλιάδες Τσάμηδες κατέφυγαν στην Αλβανία με τις οικογένειές τους για να μην αντιμετωπίσουν την ελληνική Δικαιοσύνη. Μετά το 1990 έχουν οργανωθεί και διεκδικούν περιουσίες.
Η ελληνική θέση είναι πως καθένας μπορεί να προσφύγει στην ελληνική Δικαιοσύνη και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Ο Νίκος Κοτζιάς παραμένει σταθερός σ’ αυτή τη θέση, αρνούμενος να συμπεριλάβει το ζήτημα αυτό στις διμερείς διαπραγματεύσεις, όπως επιδιώκουν τα Τίρανα.
Τα τελευταία χρόνια η Αλβανία έχει αναγορεύσει τις διεκδικήσεις των Τσάμηδων σε κεντρικό ζήτημα της εξωτερικής πολιτικής της. Ο Αλβανός υπουργός Εξωτερικών σε δημόσιες δηλώσεις του έχει αναφερθεί στους Τσάμηδες, διευκρινίζοντας ότι δεν αφορά εδαφική διεκδίκηση έναντι της Ελλάδας, αλλά «υπόθεση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών στον 21ο αιώνα.
Αυτό σχετίζεται με τα δικαιώματα ελεύθερης μετακίνησης, ιδιοκτησίας, μνήμης και σεβασμού στους προγόνους. Είναι επίσης ένα ζήτημα προσωπικής ευθύνης και όχι συλλογικής τιμωρίας».
Ζήτημα περιουσιών θα τεθεί με το σύμφωνο, αλλά δεν θα αφορά αυτές των Τσάμηδων. Οταν αρθεί με απόφαση της ελληνικής Βουλής το εμπόλεμο (έχει αρθεί με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου τη δεκαετία του 1980), θα απελευθερωθούν οι περιουσίες Αλβανών πολιτών (μεταξύ αυτών και Βορειοηπειρωτών) που είχαν παγώσει και τεθεί σε καθεστώς μεσεγγύησης από το ελληνικό κράτος από το 1940, όταν οι δύο χώρες βρέθηκαν σε εμπόλεμη κατάσταση.
Οι περιουσίες αυτές βρίσκονται κυρίως στα Γιάννενα, στη Θεσσαλονίκη και σε ορισμένες περιοχές της Θεσσαλίας. Σύμφωνα με ανεπίσημη εκτίμηση, η αξία τους ανέρχεται περίπου στα 15 εκατ. ευρώ.
Θαλάσσιες ζώνες
Για την Ελλάδα το σημαντικότερο ζήτημα της συμφωνίας είναι χωρίς αμφιβολία εκείνο της οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών. Ουσιαστικά πρόκειται για οριοθέτηση της ΑΟΖ, αλλά δεν αναφέρεται έτσι επειδή η Ελλάδα δεν έχει ακόμα ανακηρύξει ΑΟΖ. Η οριοθέτηση σχετίζεται άμεσα και με το ενδιαφέρον για τις έρευνες υδρογονανθράκων στα Οικόπεδα 1 και 2 στο Ιόνιο.
Οπως είναι γνωστό, είχε υπογραφεί σχετική συμφωνία οριοθέτησης στα τέλη της δεκαετίας του 2000 μεταξύ των κυβερνήσεων Καραμανλή και Μπερίσα.
Με παρασκηνιακή τουρκική παρέμβαση, το Συνταγματικό Δικαστήριο της Αλβανίας, υποστηριζόμενο και από τον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Εντι Ράμα (Σοσιαλιστικό Κόμμα), την ακύρωσε. Από τότε παραμένει η εκκρεμότητα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η ελληνική πλευρά αποδέχεται μία διόρθωση προκειμένου να λυθεί το πρόβλημα. Η σημερινή αλβανική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η υπογεγραμμένη αλλά μη κυρωμένη συμφωνία αποδέχεται ότι οι θαλάσσιοι κόλποι θα πρέπει να θεωρηθούν «κλειστοί» ώστε να ισχύσει η σχετική πρόβλεψη της Σύμβασης της Θάλασσας.
Σ’ αυτό το σημείο θα γίνει η διόρθωση, που θα έχει ως αποτέλεσμα μία όχι μεγάλη θαλάσσια έκταση που αποδιδόταν στην Ελλάδα να αποδοθεί με τη νέα συμφωνία στην Αλβανία. Η κυβέρνηση Ράμα το είχε θέσει ως όρο, αφού δεν μπορούσε χωρίς διόρθωση να αποδεχτεί αυτό που είχε καταγγείλει.
Σύμφωνα με πληροφορίες, πάντως, η συμφωνία οριστικοποιεί ότι η αλβανική πλευρά αποδέχεται με το δικαίωμα νήσων όπως οι Οθωνοί και η Ερεικούσα να έχουν δικαίωμα θαλάσσιων ζωνών.
Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία επειδή αποτελεί ένα θετικό προηγούμενο που συνδέεται με την ελληνοτουρκική διένεξη για το εάν τα νησιά έχουν δικαίωμα σε θαλάσσιες ζώνες. Αυτός ήταν εξάλλου ο λόγος που η Αγκυρα είχε πριν από 10 χρόνια επιχειρήσει με επιτυχία να τορπιλίσει την παλαιότερη συμφωνία.
Ο Νίκος Κοτζιάς προωθεί τη συμφωνία ως αναγκαίο βήμα για την εξομάλυνση των σχέσεων στα Βαλκάνια. Το παράδοξο, όμως, είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση δείχνει να βιάζεται περισσότερο από την αλβανική.
Λόγω αυτής της βιασύνης, την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, Κοτζιάς και Μπουσάτι έχουν πια στα χέρια τους μια συμφωνία-πακέτο που καλύπτει όλο το εύρος των ελληνοαλβανικών εκκρεμοτήτων.
Παρ’ όλα αυτά, διπλωματικοί κύκλοι ισχυρίζονται ότι η συμφωνία είναι πιθανό να μπει σε στάση αναμονής, όπως και η ευρωπαϊκή πορεία της Αλβανίας. Υπό το βάρος της χρονικής μετάθεσης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων και των ενστάσεων που εξέφρασαν πολλές χώρες-μέλη, είναι προφανές ότι ο Εντι Ράμα δεν έχει λόγο να βιάζεται.
Είναι ενδεικτικό του κλίματος δυσαρέσκειας που επικρατεί στα Τίρανα μετά τη μετάθεση για το 2019 της συζήτησης για την ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Αλβανίας και της ΠΓΔΜ ότι ο Ράμα έσπευσε να απορρίψει μετά βδελυγμίας την πρόταση να δημιουργηθούν στη χώρα του καταυλισμοί προσφύγων.