Η κατάσταση με τις πάσης φύσεως απάτες στην Ήπειρο τείνει να λάβει διαστάσεις γάγγραινας, καθώς οι επιτήδειοι συνεχίζουν να αναπτύσσουν καινοτόμες μεθόδους για να εξαπατούν ανυποψίαστους πολίτες. Τηλεφωνικές, διαδικτυακές, αλλά και διά ζώσης απάτες έχουν γίνει καθημερινό φαινόμενο, με τους δράστες να εκμεταλλεύονται τις αδυναμίες και την ανυποψία των πολιτών.
Οι τελευταίες καταγγελίες έχουν φέρει στο φως ανησυχητικά περιστατικά, όπως ψεύτικες προτάσεις εργασίας, απάτες μέσω κοινωνικών δικτύων και παραπλανητικές τηλεφωνικές κλήσεις. Οι επιτήδειοι παρουσιάζονται ως εκπρόσωποι τραπεζών ή δημόσιων φορέων, προσπαθώντας να αποσπάσουν προσωπικά δεδομένα ή χρηματικά ποσά με διάφορες προφάσεις.
Παρά τις συνεχείς και συντονισμένες προσπάθειες της Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛ.ΑΣ.), που περιλαμβάνουν εκστρατείες ενημέρωσης για τους κινδύνους που ελλοχεύουν, οι απάτες εξακολουθούν να ανθίζουν. Ο αριθμός των θυμάτων αυξάνεται, ενώ οι οικονομικές ζημιές είναι αξιοσημείωτες. Μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις οι αστυνομικοί έχουν καταφέρει να εξαρθρώσουν συμμορίες που δραστηριοποιούνται στον τομέα αυτό, ωστόσο οι δράστες συνεχίζουν να βρίσκουν νέους τρόπους να ξεγελάσουν τους πολίτες.
Η κατάσταση αυτή δεν αφορά μόνο την Ήπειρο, αλλά έχει επεκταθεί σε ολόκληρη τη χώρα, με τα θύματα συχνά να είναι ηλικιωμένοι ή άτομα που δεν είναι εξοικειωμένα με τις νέες τεχνολογίες. Αυτή η κοινωνική αδικία απαιτεί άμεσες λύσεις και την ενεργή συμμετοχή των πολιτών στην αναγνώριση και καταγγελία των απάτων.
Είναι σημαντικό οι πολίτες να διατηρούν μια επιφυλακτική στάση και να ενημερώνονται για τις απάτες που κυκλοφορούν. Η εκπαίδευση και η ευαισθητοποίηση του κοινού είναι κρίσιμη για την πρόληψη αυτών των εγκληματικών ενεργειών. Επιπλέον, η ενίσχυση των συνεργασιών μεταξύ των αρχών και των κοινοτήτων μπορεί να συμβάλλει στην καταπολέμηση αυτού του φαινομένου.