Η καθημερινότητα στα Ιωάννινα αλλοιώνεται από τη διαρκή υποβάθμιση δημόσιων χώρων, με τους βανδαλισμούς να έχουν πλέον παγιωθεί ως μια ανησυχητική πραγματικότητα. Οι εικόνες από μουντζουρωμένα κτίρια, μουτζουρωμένους τοίχους και κοινόχρηστους χώρους καλυμμένους από σπρέι και συνθήματα αποτυπώνουν την εγκατάλειψη, αλλά και την απουσία αποτελεσματικής παρέμβασης.
Από διατηρητέα κτίρια με ιστορική και αισθητική αξία μέχρι απλά κτίσματα δημόσιων υπηρεσιών, όλα φαίνεται να βρίσκονται στο έλεος μιας ανεξέλεγκτης πρακτικής που σταδιακά σβήνει την ταυτότητα της πόλης. Σημεία αναφοράς, όπως το Πάρκο Λακκωμάτων και η περιοχή Κουραμπά, έχουν πληγεί σημαντικά, επιβεβαιώνοντας πως το φαινόμενο δεν γνωρίζει εξαιρέσεις.
Παρά τις προσπάθειες καθαρισμού από τις αρμόδιες υπηρεσίες, η λύση αποδεικνύεται προσωρινή. Οι ίδιες επιφάνειες βανδαλίζονται εκ νέου μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, υπονομεύοντας κάθε προσπάθεια διατήρησης της αισθητικής του δημόσιου χώρου.
Το πρόβλημα δεν αφορά μόνο την όψη της πόλης – αποτελεί ένδειξη βαθύτερης κοινωνικής, πολιτικής και πολιτισμικής κρίσης. Η αδράνεια ή η έλλειψη συντονισμένων πρωτοβουλιών από τις τοπικές αρχές ενισχύει την αίσθηση απαξίωσης του δημόσιου χώρου, με αποτέλεσμα τη σταδιακή διάβρωση της ποιότητας ζωής των πολιτών.
Το Δημοτικό Συμβούλιο Ιωαννίνων καλείται να αναλάβει δράση. Απαιτείται συγκροτημένο σχέδιο με συνδυαστικά μέτρα: ενίσχυση της επιτήρησης σε ευαίσθητα σημεία, όπως το Άλσος και οι χώροι με μνημεία, στοχευμένες δράσεις ευαισθητοποίησης των πολιτών και κυρίως ένα ξεκάθαρο μήνυμα μηδενικής ανοχής απέναντι σε φαινόμενα βανδαλισμού.
Ο δημόσιος χώρος είναι καθρέφτης του πολιτισμού μιας κοινωνίας. Αν δεν υπάρξει άμεση και σοβαρή αντίδραση, οι φθορές ίσως καταστούν μόνιμες – και η ζημιά όχι μόνο αισθητική, αλλά και βαθιά συμβολική.