Η ακύρωση, μάλιστα, προκύπτει ως αποτέλεσμα του αυτεπάγγελτου ελέγχου νομιμότητας που άσκησε στο πλαίσιο των υποχρεώσεών της, και όχι ως αποτέλεσμα των τεσσάρων προσφυγών που είχαν κατατεθεί από τον δήμο Ζίτσας, τους τρεις αντιδημάρχους Ιωαννίνων- μέλη του ΑΣΔΣΑ Ηπείρου, τον αντιδήμαρχο Πρέβεζας Ι. Δαρδαμάνη και τέσσερις πολίτες, οι οποίες απορρίφθηκαν «ως απαραδέκτως ασκηθείσες», με την Αποκεντρωμένη Διοίκηση να αναφέρει ότι θα έπρεπε να είχαν κατατεθεί στην Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών.
Ωστόσο, αν και απορρίφθηκαν οι προσφυγές, φαίνεται πως ορισμένες από τις ατύπως υποβληθείσες ενστάσεις αποτέλεσαν αντικείμενο εξέτασης και από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση, που δεν καλύφθηκε από τις απαντήσεις, οι οποίες δίνονται στα έγγραφα έκθεσης απόψεων του Συνδέσμου.
Από τα όσα αναφέρονται στην 21σελιδη απόφαση της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, δύο είναι οι λόγοι της ακύρωσης της απόφασης του Αναγκαστικού Συνδέσμου Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων Ηπείρου.
Ο πρώτος έχει να κάνει με τον υπολογισμό σταθερής ποσότητας απορριμμάτων κατά τη διάρκεια της σύμβασης, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η μείωση των αποβλήτων που προβλέπεται με το Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων, με την Αποκεντρωμένη Διοίκηση να καταλήγει, μάλιστα, στο συμπέρασμα ότι από τη στιγμή που η προϋπολογισθείσα με την εγκριθείσα μελέτη ποσότητα τίθεται και ως όριο, η μείωση της ποσότητας των απορριμμάτων συνεπάγεται αύξηση της αμοιβής του αναδόχου.
«Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τους όρους του κρινόμενου διαγωνισμού, όπως εγκρίθηκαν με την προσβαλλόμενη απόφαση, αλλά και από την υπ’ αριθμ. 34/2020 μελέτη της Δ/νσης Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου Αρταίων, η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος αυτής, η συνολική ετήσια ποσότητα των στερεών αποβλήτων προς μεταφόρτωση και μεταφορά από τους ΣΜΑ στην ΜΕΑ, υπολογίζεται στους 115.981,38 τόνους/έτος και αντίστοιχα, η ποσότητα του υπολείμματος το οποίο θα μεταφέρεται από τη ΜΕΑ στους κατά τόπους ΧΥΤΥ υπολογίζεται σε 45.232,74 τόνους/έτος, σταθερή για όλη τη διάρκεια της 7ετούς ή 10ετους (με το δικαίωμα προαίρεσης) σύμβασης, χωρίς όμως να προκύπτει ότι λήφθηκαν υπόψη οι στόχοι του Εθνικού Σχεδίου Διαχείρισης Αποβλήτων (ΕΣΔΑ) για τα αστικά στερεά απόβλητα, παρόλο που μνημονεύεται στο προοίμιο της διακήρυξης.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το ισχύον ΕΣΔΑ η διαχείριση των ΑΣΑ θα γίνεται με βάση τους ακόλουθους άξονες:
α) Χωριστή συλλογή ανακυκλώσιμων υλικών και βιοαποβλήτων,
β) Προετοιμασία για επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση των παραγόμενων ΑΣΑ τουλάχιστον σε ποσοστό 55% κατά βάρος μέχρι το 2025 και 60% κατά βάρος μέχρι το 2030,
γ) Χαμηλά ποσοστά ταφής, κάτω του 10% μέχρι το 2030,
δ) επεξεργασία των υπολειπόμενων σύμμεικτων αποβλήτων σε σύγχρονες μονάδες επεξεργασίας αποβλήτων ΜΕΑ και
ε) Δημιουργία δικτύου μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης.
Όπως επισημαίνεται, η χώρα υιοθετεί ένα ολοκληρωμένο και σαφώς οριοθετημένο σχεδιασμό, μέσω των στόχων και μεθόδων διαχείρισης που περιλαμβάνονται στο ΕΣΔΑ, ώστε το μέγιστο ποσοστό αποβλήτων που θα καταλήγουν σε υγειονομική ταφή να μην ξεπερνά το 10% κ.β. ήδη από το 2030.
Επειδή, υπό τα ανωτέρω δεδομένα και δη της διαμόρφωσης ουσιωδώς χαμηλότερων ποσοτήτων ΑΣΑ βάσει του ΕΣΔΑ από αυτές που ελήφθησαν υπόψη στη μελέτη και στη διακήρυξη, γεγονός που η αναθέτουσα αρχή το γνώριζε κατά τα προδιαληφθέντα και κατ’ ακολουθία της διαμόρφωσης των οικονομικών και τεχνικών προσφορών των συμμετεχόντων σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διακήρυξη, κρίνεται ότι το αποφασίζον όργανο όφειλε σε κάθε περίπτωση να προβεί στη τροποποίηση των όρων της επίμαχης διαγωνιστικής διαδικασίας, για λόγους δημοσίου συμφέροντος, αφού, κατά τα ανωτέρω, επέρχεται ανατροπή της οικονομικής ισορροπίας της υπό σύναψη σύμβασης.
Αντίθετη προσέγγιση κρίνεται ότι παραβιάζει τις αρχές της διαφάνειας, της ισότητας των συμμετεχόντων και του ανόθευτου ανταγωνισμού, αφού τελικά κατακυρώνεται σύμβαση με εν τέλει διαφορετικό αντικείμενο από το διαληφθέν κατά την διαμόρφωση των τεχνικών και οικονομικών προσφορών των συμμετεχόντων», αναφέρεται μεταξύ άλλων στην απόφαση.
Ο δεύτερος λόγος έρχεται ως συνέχεια των παραπάνω, με την Αποκεντρωμένη Διοίκηση να αναφέρει ότι η κρινόμενη απόφαση στερείται πλήρους και επαρκούς αιτιολογίας, αναφορικά με τον καθορισμό του συμβατικού αντικειμένου της υπό κρίση διαγωνιστικής διαδικασίας.
«Η αιτιολογία είναι επαρκής ή πλήρης όταν περιέχει με σαφήνεια όλα τα στοιχεία της κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην καταλείπονται κενά ή αμφιβολίες για την ορθότητα της κρίσης του διοικητικού οργάνου (συνθετική λειτουργία της επάρκειας).
Η επάρκεια προϋποθέτει ότι η αιτιολογία είναι σαφής και ότι εμπεριέχει το στοιχείο της ειδικότητας, αλλά επιβάλλει την ύπαρξη ενός ακόμη σταδίου στην πορεία του συλλογισμού του οργάνου. Η επάρκεια απαιτεί βαθύτερη ανάλυση έναντι των στοιχείων της σαφήνειας και της ειδικότητας και κρίνεται σε σχέση τόσο με νομικά ζητήματα όσο και με πραγματικά δεδομένα», σημειώνει.
Η πολιτική ερμηνεία
Σε πολιτικό επίπεδο, η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Ηπείρου- Δυτ. Μακεδονίας φαίνεται ότι κατέληξε σε μια ισορροπητική απόφαση, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως «σολωμόντεια λύση».
Μην αποδεχόμενη τις προσφυγές, αλλά ταυτόχρονα ακυρώνοντας την απόφαση, επιτυγχάνει να μην υπάρχουν ξεκάθαροι νικητές και ηττημένοι, αν και είναι ξεκάθαρο ότι η διοίκηση του Αναγκαστικού Συνδέσμου βγαίνει τουλάχιστον «τραυματισμένη» από τη διαδικασία, καθώς απορρίπτονται οι ισχυρισμοί της, ενώ οι προσφεύγοντες δήμοι δικαιώνονται σε μεγάλο βαθμό ως προς τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες που εξέφραζαν.
Από τη μία η εξέλιξη είναι επιζήμια, καθώς δημιουργεί καθυστερήσεις που έχουν ως αποτέλεσμα οι δήμοι να συνεχίσουν να επιβαρύνονται σημαντικά οικονομικά από την υποχρέωση μεταφοράς των απορριμμάτων απευθείας στο εργοστάσιο επεξεργασίας στερεών αποβλήτων στο Ελευθεροχώρι και όχι στους ΣΜΑ.
Από την άλλη, η ακύρωση της απόφασης δίνει τη δυνατότητα για να προετοιμαστεί ένας διαγωνισμός που δε θα έχει όλα εκείνα τα τρωτά σημεία που είχαν επισημανθεί, αλλά κυρίως να υπάρξει ο διάλογος για να αμβλυνθούν οι διαφορές και να υπάρξει μια σύκλιση απόψεων.
Ηπειρωτικός Αγών