Η Παραμυθιά κουβαλά ένα από τα πιο τραγικά κεφάλαια της Κατοχής. Στις 29 Σεπτεμβρίου 1943, οι Γερμανοί κατακτητές εκτέλεσαν 49 επιφανείς πολίτες, αφήνοντας πίσω τους μια πόλη βυθισμένη στο πένθος. Η ομαδική εκτέλεση αποτέλεσε πράξη εκδίκησης και τρομοκρατίας, με στόχο να γονατίσει το ηθικό ενός ολόκληρου τόπου.
Η αντίστροφη μέτρηση
Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν σε σχολικό κτίριο, όπου έμαθαν από τον Εμμανουήλ Κοτζαλέρη ότι το ξημέρωμα θα ήταν το τελευταίο τους. Αντί να λυγίσουν, στάθηκαν όρθιοι. Ο παπά-Ευάγγελος λειτούργησε μέσα στη φυλακή και όλοι μαζί έψαλαν το δικό τους «αιωνία η μνήμη». Ήξεραν ότι ζούσαν τις τελευταίες τους ώρες, αλλά τις πέρασαν με πίστη και αξιοπρέπεια.
Η πορεία προς τον θάνατο
Στην αυγή της 29ης Σεπτεμβρίου, ο Γερμανός διοικητής Hindelang διέταξε τη μεταφορά τους στο σημείο της εκτέλεσης. Δίπλα στους Γερμανούς στέκονταν και ντόπιοι συνεργάτες. Η εικόνα του μαύρου κλοιού στο δρόμο προς το εκτελεστικό απόσπασμα παραμένει ανεξίτηλη στη μνήμη όσων έζησαν εκείνη τη μέρα.
Μέσα στην απελπισία, δύο άνδρες προσπάθησαν να αποδράσουν. Ο δάσκαλος Γιάννης Μπαζάκος έπεσε νεκρός λίγα μέτρα πριν σωθεί. Ο Κώστας Τσίλης χτυπήθηκε πριν προλάβει να φτάσει στο εκκλησάκι του Αγιώρη.
Η θυσία
Οι 49 πρόκριτοι εκτελέστηκαν σε ομάδες μπροστά στον λάκκο που είχε ήδη ανοιχτεί. Με κάθε ομοβροντία, η Παραμυθιά έχανε ένα κομμάτι της ψυχής της. Οι τελευταίοι εκτελούμενοι παρακολουθούσαν τους δικούς τους ανθρώπους να σωριάζονται στο χώμα και φώναζαν «Ζήτω η Ελλάδα» πριν δεχθούν τα πυρά.
Όσοι τραυματίστηκαν και ανέπνεαν ακόμη, αποτελειώθηκαν από τους συνεργάτες των Γερμανών. Το μαρτύριο ολοκληρώθηκε μέσα σε λίγα λεπτά, μα άφησε πληγή που δεν έκλεισε ποτέ.
Η Παραμυθιά δεν ξεχνά
Κάθε Σεπτέμβριο, η πόλη τιμά τους 49 Μάρτυρες της Κατοχής. Τα ονόματά τους είναι χαραγμένα στο μνημείο για να θυμίζουν ότι η ελευθερία κερδήθηκε με αίμα και θυσία.
Η Παραμυθιά Θεσπρωτίας δεν ξεχνά. Κουβαλά τον πόνο, αλλά και την υπερηφάνεια για εκείνους που δεν λύγισαν μπροστά στη βαρβαρότητα. Η θυσία τους είναι η φλόγα που κρατά ζωντανή τη μνήμη.