Η Ήπειρος αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες του πρωτογενούς τομέα στην Ελλάδα, με ιδιαίτερη έμφαση στην κτηνοτροφία. Παρά ταύτα, ο τομέας αντιμετωπίζει σταθερή συρρίκνωση, καθώς τόσο οι κτηνοτροφικές μονάδες όσο και οι παραγόμενες ποσότητες γάλακτος μειώνονται συνεχώς.
Σε σύγκριση με αγροτικές περιοχές άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ήπειρος παρουσιάζει περιορισμένα μεγέθη, όχι μόνο λόγω της έκτασής της αλλά και εξαιτίας των δυσκολιών που συνοδεύουν τον κλάδο. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ, το 2024 σημειώθηκε περαιτέρω μείωση στον αριθμό των παραγωγών και των ποσοτήτων γάλακτος.
Η κτηνοτροφία απαιτεί μεγάλη αφοσίωση και κόπο, καθιστώντας την μη ελκυστική για τους νέους. Πολλοί από όσους συμμετέχουν σε προγράμματα στήριξης, όπως αυτό για τους νέους αγρότες, συχνά εγκαταλείπουν το επάγγελμα μόλις ολοκληρωθεί η επιδότηση. Ταυτόχρονα, η παραδοσιακή οικογενειακή κτηνοτροφία, που κάποτε άνθιζε στην Ήπειρο, φθίνει με την αποχώρηση των παλαιότερων γενεών.
Η μείωση στον αριθμό των κτηνοτρόφων είναι χαρακτηριστική. Στον τομέα της προβατοτροφίας, οι παραγωγοί πρόβειου γάλακτος μειώθηκαν από 3.160 το 2023 σε 2.930 το 2024. Αντίστοιχα, η παραγωγή γάλακτος έπεσε από 50.459.642 κιλά σε 40.439.742 κιλά. Αξίζει να σημειωθεί πως το 2020, οι παραγωγοί ήταν 3.839, γεγονός που υποδεικνύει ότι περίπου 800 κτηνοτρόφοι εγκατέλειψαν τον κλάδο μέσα σε τέσσερα χρόνια.
Παρόμοια τάση παρατηρείται και στην παραγωγή γίδινου γάλακτος. Το 2023 υπήρχαν 895 παραγωγοί, ενώ το 2024 μειώθηκαν στους 783. Οι ποσότητες γάλακτος μειώθηκαν από 6.734.164 κιλά σε 5.559.784 κιλά. Αντίστοιχα, στον τομέα της αγελαδοτροφίας, οι παραγωγοί περιορίστηκαν από 66 το 2023 σε 57 το 2024, με τις ποσότητες γάλακτος να πέφτουν από 15.109.556 κιλά σε 11.550.130 κιλά.
Τα στοιχεία αποτυπώνουν μια ανησυχητική εικόνα για την κτηνοτροφία στην Ήπειρο, παρά τη φαινομενική σημασία του πρωτογενούς τομέα για την περιοχή. Η στήριξη και αναδιάρθρωση του κλάδου κρίνεται πλέον επιτακτική, αν πρόκειται να διατηρηθεί και να εξελιχθεί στο μέλλον.