Σε αυξημένη επιφυλακή βρίσκονται οι κτηνοτροφικές μονάδες της Ηπείρου, καθώς το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων εξέδωσε νέες οδηγίες για την αντιμετώπιση της ευλογιάς των αιγοπροβάτων, μιας εξαιρετικά μεταδοτικής ζωονόσου που πλήττει αποκλειστικά πρόβατα και κατσίκες. Η νόσος, αν και δεν μεταδίδεται στον άνθρωπο, προκαλεί σοβαρές απώλειες στον κτηνοτροφικό τομέα και απαιτεί άμεση αντίδραση.
Οι κτηνοτρόφοι καλούνται να είναι σε εγρήγορση και να αναγνωρίζουν τα βασικά συμπτώματα: υψηλό πυρετό, δερματικές αλλοιώσεις σε άτριχα σημεία, ανορεξία και γενική κατάπτωση. Σε περίπτωση υποψίας μόλυνσης, η ενημέρωση των κτηνιατρικών υπηρεσιών πρέπει να είναι άμεση, ενώ το ύποπτο ζώο πρέπει να απομονώνεται και το κοπάδι να περιορίζεται, με αυστηρή τήρηση των μέτρων βιοασφάλειας.
Το υπουργείο εφαρμόζει το εθνικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης, το οποίο περιλαμβάνει τη θανάτωση και υγειονομική ταφή των μολυσμένων ζώων, την οριοθέτηση ζωνών προστασίας και επιτήρησης, την απαγόρευση μετακινήσεων και την κινητοποίηση ειδικών κτηνιατρικών μονάδων. Παράλληλα, ενεργοποιούνται σταθμοί απολύμανσης και διεξάγονται επιδημιολογικές έρευνες για τον εντοπισμό της πηγής της μόλυνσης.
Η τελευταία επιζωοτία στην Ελλάδα καταγράφηκε τον Αύγουστο του 2024, με 903 κρούσματα σε 1.148 εκτροφές και πάνω από 260.000 ζώα να θανατώνονται. Οι ζώνες ελέγχου ορίζονται σε ακτίνα 5, 20 και 40 χιλιομέτρων από την εστία της μόλυνσης, με στόχο την αποτροπή περαιτέρω εξάπλωσης.
Το Υπουργείο διαβεβαιώνει ότι το γάλα και το κρέας παραμένουν ασφαλή για κατανάλωση, εφόσον τηρούνται οι προβλεπόμενες διαδικασίες παστερίωσης και ελέγχου. Ωστόσο, η πρόληψη και η έγκαιρη αναγνώριση της νόσου είναι το κλειδί για την προστασία της παραγωγής και της οικονομίας των κτηνοτροφικών περιοχών.